Λοιπόν, πρέπει να το παραδεχτώ! Όσο και να προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου και τους άλλους ότι αξίζει το κοπό κανείς να βγαίνει από το σπίτι και να κυκλοφορεί στην πόλη, αποδεικνύεται δύσκολο να ξεπεράσω τα εμπόδια της urban συνομωσίας, που με κατατρέχει αλύπητα. Και εξηγούμαι. Εγώ την προκαλώ, αυτοστοχοποιούμαι, γιατί απλούστατα κάνω λάθος επιλογές. Πάει το έχασα το touch! Και διατηρώ και blog, τρομάρα μου.
Το Σάββατο το βράδυ, είχα πάρει κι εγώ το εισιτηριάκι μου για τους fischerspooner και ανυπομονούσα να παώ να τους ακούσω. Συναντήθηκα με τη φίλη μου Χριστιάνα και ξεκινήσαμε με ξέχειλη προσμονή για το VILKA AREA, όπως χαρακτηριστικά έγραφε το εισιτήριο. Φτάσαμε λοιπόν εκεί στον θεοσκότεινο υπαίθριο χώρο του VILKA, όπου δεν υπήρχε πουθενά μια αφίσα, να μας ενημερώσει που θα λάμβανε χώρα το party, στο decadance στο club ή στο stage από πίσω, και επειδή ήταν πολύ νωρίς, 12 η ώρα και όλα τα είδη decadance ήταν ερμητικά κλειστά, αποφασίσαμε να την κάνουμε για κέντρο για κανένα ποτό μέχρι να περάσει λίγο η ώρα. Στο κέντρο φυσικά ήταν πιο εύκολο να βρεις χαρούμενο Θεσσαλονικιό, παρά θέση για parking και επειδή ούτε εγώ ούτε η φίλη μου είχαμε διάθεση να συνεχίσουμε την οδύσσειά μας και επειδή θα ήταν πολύ νωρίς ακόμα για να πάμε στο decadance, που όπως κάθε club που σέβεται το εαυτό του φτιάχνει κατάσταση μετά τις 3, μαζέψαμε τις προσδοκίες μας και ως δειλοί, άτολμοι κα χωρίς επιμονή περιηγητές της νύχτας, γυρίσαμε σπίτι.
Θα μου πείτε, χρυσέ μου, πού πας κι εσύ? Δεν ήξερες, δεν ρώταγες? Ρώτησα την κυριούλα που ή δουλεύει ή έχει το Joint, το δισκοπωλείο στην Α. Σοφίας, και δεν ήξερε ούτε πού θα εμφανίζονταν ακριβώς ούτε τί ώρα. Ήξερε μόνο να πάρει τα 20 ευρώ του εισιτηρίου. Έπρεπε δηλαδή εγώ να πάρω τηλέφωνα όλους μου τους φίλους, που μπορεί να ήξεραν πώς και τί, για να βγάλω άκρη. Και σημειώνω ότι δεν υπήρχε ούτε ένα τηλέφωνο επικοινωνίας πάνω στο εισιτήριο. Φαντάσου τώρα να είσαι επισκέπτης στην πόλη και να αποφασίσεις να κάνεις κάτι τέτοιο!
Αφέθηκα λοιπόν στη μοίρα μου καλώς ή κακώς, ελπίζοντας ότι το επόμενο πρωί θα αποζημιωνόμουν παίρνοντας πρωινό στο BLISS στην Ερμού, όπου όπως είχε διαβεβαιώσει τον φίλο μου η ιδιοκτήτρια θα λάμβανε χώρα brunch. Κυριακή πρωί πηγαίνουμε κατά τις 12 εκεί και ω! τί έκπληξη δεν σέρβιραν τίποτα ακόμα για φαγητό, ούτε τοστ. Μόνο καφέ και κουλουράκια. Και βέβαια το brunch δεν έγινε ποτέ, γιατί φύγαμε στη μία και μισή και όταν ξαναπεράσαμε στις 3, το μαγαζί ήταν άδειο.
Ξέρετε κάτι. Νομίζω ότι έχω πολλές απαιτήσεις από την όμορφη Θεσσαλονίκη και να φανταστείτε ότι εδώ μεγάλωσα και εδώ ζω. Ξέρω δηλαδή περί ποιάς επαρχίας πρόκειται. Αλλά μωρέ καμιά φορά ξεχνιέμαι και με παρασύρουν τα αυτονόητα σε υπερβολές και δυστροπίες. Και αναρωτιέμαι ως urban αποκαΐδι της μαγικής τούτης πόλης:
Ή κάποιος μεγάλωσε πολύ ( εγώ ) ή κάτι δεν βελτιώθηκε καθόλου ( η πόλη )?
Ή ΤΈΛΕΙΩΣΕ ΤΟ ΠΑΡΤΥ Ή ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΑΡΧΙΣΕ Ή ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΠΗΓΑΊΝΩ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου